Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Φεβρουάριος, 2010

πένθους εραστής ΙΙ

Ο άνθρωπος που άνεμοι τον βάραιναν Κομματιασμένους άκουγε τους ήχους Κι ήταν η αγωνία του Έστω κι ένας Ακέραιος εντός του ν’ αντηχήσει. Ήταν φορές που εκλιπαρούσε Το βλέμμα των άλλων Μολύβι πύρινο τις σάρκες του να γράψει Ριχνόταν με μανίας βλέμμα στις κραυγές τους Τρυγητής σε βυθούς κοραλλένιους Θαρρούσε πως ήταν. Και μοναχά στο τέλος της μέρας, σαν έψαχνε έστω κι ένα ρήμα να χωρέσει ολάνθιστο στη μνήμη του, κι αντίκριζε μια λίμνη ξεραμένη και σκιαγμένα πουλιά στο βυθό της,μονάχα τότε σώπαινε πικραμένος. Κι έπιανε ξανά τον Όμηρο κι άκουγε τότε στα λόγια του ήχους ακέραιους, λες φερμένους απ’ αλλού.Μα το’ νιωθε πως ήτανε μονάχα ψίθυροι που’ ρχόντουσαν από μέσα του.Τον ήχο τον ακέραιο που’ ψαχνε απ’ έξω ποτέ δε βρήκε. Ούτε την περιλάλητη γαλήνη που τόσο πόθησε . Και λούφαζε στο χάρτινο βασίλειο Και γίνανε τα λόγια των τριγύρω του θηλιά Κι οι άνεμοι του πλέξανε στεφάνι αδιαπέραστο Στων άλλων τη βοή Στων άλλων την ολότελα άγνωστη Μα τόσο αγαπημένη –αλήθεια- γλώσσα.

θέλει ζόρι ο χορός

«Αυτός που σ’ άγγιξε στο μέτωπο Και κούνησε το δείχτη Με ήχο συριγμού Τινάζοντας τη γλώσσα Ένα άγαλμα ήταν Λιωμένο κύμα στις άκρες του νου σου. Μην τον κοιτάς. Αυτός που ακούμπησε τους ώμους σου Μ΄ απανεμιά στη φωνή Και σε χάιδεψε με πύρινα μάτια Και σε φίλησε μ’ εικόνες ρωγμής Δεν ήταν παρά μια σιωπηρή κουτοπόνηρη λέξη Σφηνωμένη στο χείλος της σκέψης. Μην την προφέρεις. Ξέρεις καλά. Κανείς δε θα’ ρθει να τη σβήσει Όταν οι λάσπες του κενού θα σε κυκλώσουν Και στα περίφοβα μάτια σου Θα φλέγουνται οι καημοί μιας νιότης σπαταλημένης.» Θέλει ζόρι ο χορός. Κι αν πέρασε από δίπλα σου και σου’ τεινε το χέρι Πλουμίσματα γεμάτο Νερά κοχλάζοντα Ορμητικούς χυμούς Κανείς δε σου’ πε Να φοβάσαι. Έστεκες όμως παράμερα Αποσβολωμένος Κι ο χορός σε προσπερνούσε Με ακκίσματα Φιλήδονες φιγούρες και γητειές. Θέλει ζόρι ο χορός. Μα σένα σ’ έπλασαν μ’ αέρα. Το χέρι που σου’ τεινε Δεν άγγιξες Φοβόσουν μην καείς. Βολέψου λοιπόν Στη μιζέρια σου Λούφαξε στη γωνιά σου. Για σένα Ο χορός δεν