άτιτλο

Στη φωνή του
Ολάκερη που χώρεσε
Σ’ ένα κανάτι ραγισμένο από σμάλτο
Σιωπήσαν οι καιροί.

Ρικνό το πετσί που τον κάλυψε
Και λέγαν οι άνθρωποι ολοτρόγυρα
Ρυθμικά πως τον ακούσαν ν’ ανασαίνει
Με μάτια ορθάνοιχτα
Και στόμα με σύρμα ραμμένο.

Κι ένα καράβι
Στα σπλάχνα του τον σήκωνε
Κατάρτι καρφώθηκε μεσίστιο
Στα φτερωτά του λόγια
Που φεύγανε κυνηγημένα
Απ’ τα μάτια του
Και λάμπαν φλογερά
Στα πέρατα
Του μαυροσύγνεφου ορίζοντα

Σαν πουλιά
Που τα’ διωξε η μπόρα.

Σχόλια

Ο χρήστης Νimertis είπε…
τη μόνη 'κοινοτοπία' που μπορεί κανείς να ανιχνεύσει στη γραφή σου είναι η παντελής έλλειψή της... μαχαίρια μπορεί να δει, αίμα, ρόγχο, αγωνία, δύσπνοια, στηθάγχη... ορυκτές λέξεις από πολύ βαθιές σπηλιές... έχεις σκάψει ανελέητα το είναι σου Ειρήνη... θαυμαστό και θαυμάσιο μαζί, υπέροχο και τρομακτικό μαζί...

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

επική ειρωνεία

Κράχτες

Νικολάι Σταβρόγκιν