αυταπάτες

Αν μιαν ανάσα πιο κει καρτερούσ’ η ανάσα μου
Μετέωρη και μόνη
Ήταν που ξέχασα να τη γυρέψω
Ήταν που μ’ αφήσαν όλα μόνη
Όλα όσα κάποτε φύγαν απ’ το στόμα μου γυμνά
Λέξεις φτιασίδια στολισμένες χρυσοποίκιλτα
Λέξεις βαριές σαν σμιλεμένες αιώνες σε μέταλλο
Λέξεις ματαιωμένες.

Κι η ανάσα μου
Αχνά παλεύει να με φτάσει
Αγκιστρωμένη σε λόγια πτερόεντα
Ίπταται
Μετέωρη και μόνη.

Κάποτε έμπαινα στον κόπο να την ψάξω

Κάποτε

Πριν ανοιχτούν εντός μου
Σύρματα γδαρμένα απ’ τον καιρό

Οι αμφιβολίες.

Σχόλια

Ο χρήστης ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ είπε…
Κάποτε έμπαινα στον κόπο να την ψάξω

Κάποτε

Πριν ανοιχτούν εντός μου
Σύρματα γδαρμένα απ’ τον καιρό

Οι αμφιβολίες. ...

ΚΑΙ
Κι όμως πρέπει να λογαριάσουμε πως προχωρούμε.
Να αισθάνεσαι δε φτάνει, μήτε να σκέπτεσαι, μήτε να κινείσαι
Μήτε να κινδυνεύει το σώμα σου στην παλιά πολεμίστρα,
Όταν το λάδι ζεματιστό και το λιωμένο μολύβι αυλακώνουνε τα τειχιά.

Κι όμως πρέπει να λογαριάσουμε κατά που προχωρούμε,
Όχι καθώς ο πόνος μας το θέλει και τα πεινασμένα παιδιά μας
Και το χάσμα της πρόσκλησης των συντρόφων
από τον αντίπερα γιαλό
Μήτε καθώς ψιθυρίζει το μελανιασμένο φως
στο πρόχειρο νοσοκομείο,
Το φαρμακευτικό λαμπύρισμα στο προσκέφαλο
του παλικαριού που χειρουργήθηκε το μεσημέρι...

Αλλά με κάποιον άλλο τρόπο, μπορεί να θέλω να πω καθώς
το μακρύ ποτάμι που βγαίνει από τις μεγάλες λίμνες
τις κλειστές βαθιά στην Αφρική
Και ήταν κάποτε θεός κι έπειτα γένηκε δρόμος
και δωρητής και δικαστής και δέλτα

Που δεν είναι ποτές του το ίδιο,
κατά που δίδασκαν οι παλαιοί γραμματισμένοι,
Κι ωστόσο μένει πάντα το ίδιο σώμα, το ίδιο στρώμα
και το ίδιο Σημείο, ο ίδιος προσανατολισμός.

Δεν θέλω τίποτε άλλο παρά να μιλήσω απλά,
να μου δοθεί ετούτη η χάρη.
Γιατί και το τραγούδι το φορτώσαμε με τόσες μουσικές
που σιγά – σιγά βουλιάζει
Και την τέχνη μας τη στολίσαμε τόσο πολύ
που φαγώθηκε από τα μαλάματα το πρόσωπο της
Κι είναι καιρός να πούμε τα λιγοστά μας λόγια
γιατί η ψυχή μας αύριο κάνει πανιά.

Αν είναι ανθρώπινος ο πόνος δεν είμαστε άνθρωποι
μόνο για να πονούμε
Γι’ αυτό συλλογίζομαι τόσο πολύ, τούτες τις μέρες,
το μεγάλο ποτάμι
Αυτό το νόημα που προχωρεί
ανάμεσα σε βότανα και σε χόρτα
Και ζωντανά που βόσκουν και ξεδιψούν κι ανθρώπους
που σπέρνουν και που θερίζουν
Και σε μεγάλους τάφους ακόμη
και μικρές κατοικίες των νεκρών.

Αυτό το ρέμα που τραβάει το δρόμο του και που δεν είναι
τόσο διαφορετικό από το αίμα των ανθρώπων
Κι από τα μάτια των ανθρώπων όταν κοιτάζουν ίσια – πέρα χωρίς το φόβο μες στην καρδιά τους,
Χωρίς την καθημερινή τρεμούλα για τα μικροπράγματα ή έστω και για τα μεγάλα
Όταν κοιτάζουν ίσια – πέρα καθώς ο στρατοκόπος
που συνήθισε ν’ αναμετρά το δρόμο του με τ’ άστρα,
Όχι όπως εμείς, την άλλη μέρα, κοιτάζοντας το κλειστό περιβόλι στο κοιμισμένο αράπικο σπίτι,
Πίσω από τα καφασωτά, το δροσερό περιβολάκι ν’ αλλάζει σχήμα, να μεγαλώνει και να μικραίνει
Αλλάζοντας καθώς κοιτάζαμε, κι εμείς, το σχήμα του πόθου μας και της καρδιάς μας,
Στην στάλα του μεσημεριού, εμείς το υπομονετικό ζυμάρι ενός κόσμου που μας διώχνει και που μας πλάθει,
Πιασμένοι στα πλουμισμένα δίχτυα μιας ζωής που ήτανε σωστή κι έγινε σκόνη και βούλιαξε μέσα στην άμμο
Αφήνοντας πίσω της μονάχα εκείνο το απροσδιόριστο λίκνισμα που μας ζάλισε μιας αψηλής φοινικιάς.
Γ.ΣΕΦΕΡΗΣ..

καλημέρες Ειρήνη!
Ο χρήστης ειρήνη είπε…
αγαπημένος Σεφέρης ..
Ο χρήστης Νimertis είπε…
σύρματα γδαρμένα... ανοίγονται εντός, ματώνουν, το κορμί της ψυχής ένα σαρκίο με πληγές... πέρασα να διαβάσω, να προσκυνήσω, να ευχηθώ για αυτές τις παράξενες μέρες...
Ο χρήστης Χάρις είπε…
Ανάσα που πάσχισε να ανοίξει
ένα παράθυρο που βλέπει σε θάλασσα
μετά την είπαν άνεμο
μετά την είπαν θλίψη
εγώ πάλι ανάσα την έλεγα...

...πάλι ανάσα...

Φιλί
Ο χρήστης ειρήνη είπε…
ευχαριστώ σας

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

επική ειρωνεία

Κράχτες

Νικολάι Σταβρόγκιν