η κόρη και ο θεός των πραγμάτων

Η κόρη ισιώνει το πόδι στου χορού τα βήματα
κι ο θεός των πραγμάτων ανοίγει τα έκπληκτα μάτια
ορθώνει την παλάμη στην πλάτη της κόρης
της σφαλεί τα τσίνορα με το δέρμα του ύπνου
με τα χέρια φτερά
να σκάφτουν ανάποδα
στην αλυκή του παράλληλου κόσμου.
Η κόρη μιλά.
Στάθηκα στην ακμή του κύματος
που αργοσαλεύει στους κροτάφους.
Το δέρμα γίνηκε ατσάλι πηχτό
κολλημένο στα κόκαλα.
Δεν έχει σάρκα πια.
Μονάχα αλάτι.
Μονάχα το αίμα που σφυροκοπά μέσα απ’ το σάρκινο δέρμα.
Θεέ των πραγμάτων
εσύ που τον πόνο τους τον δώρισες στο αλάτι του ορθωμένου κύματος
κι ύστερα
απόκαμες και ξάπλωσες στην άμμο
κι άφησες την πνοή σου να σαρώσει τα σκουριασμένα σύννεφα
τη μπίλια της θλίψης
που έγειρε μετέωρη στο εκκρεμές της πέτρας
εσύ που με γύψινα χέρια αγγίζεις τη σάρκα
αυτήν τη μπίλια
που στέκει πάγος στο κύμα
πώς να τη σπάσεις;
Δε σου’ δωσε ο Θάνατος να νιώσεις
το μαύρο βουητό της σμέρνας στα χέρια σου
Σε κοιτώ
με τρεμάμενο το μάτι του ύπνου
κι ας το νιώθω
πόσο μικρός σαλεύεις
μέσα στην μπίλια του φλογάτου καρπού.
..

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

επική ειρωνεία

Κράχτες

Νικολάι Σταβρόγκιν