Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από 2015
Εικόνα
Τα σκάγια των άλλων - Κείμενο της Ειρήνης Παραδεισανού photo © Αλέξιος Μάινας Με ρώτησε το κορίτσι που τα χέρια του χαράκωνε γιατί είχε έμπνευση. "Γελάς συνέχεια. Το πρόσωπό σου με τρομάζει. Αυτό το γέλιο μοιάζει μάσκα". Κι απάντησα. "Το χαμόγελο το έδωσε ο Θεός σ' εμάς τους θνητούς για να 'χουμε μια ασπίδα στα σκάγια των άλλων". "Ποια είναι τα σκάγια των άλλων;" "Νόμιζα πως θα ρώταγες "Ποιοι είναι οι άλλοι". Τα σκάγια είναι τα λόγια τους". "Κι όταν εσύ γίνεσαι άλλος; Όταν τα λόγια σου γίνονται σκάγια;" "Τότε το γέλιο είναι γεμάτο απ' αυτά τα σκάγια. Και είναι ανάγκη να γελάσεις. Αν το αφήσεις μέσα σου, το γέλιο θα γίνει υγρό που λιμνάζει". "Νομίζω πως έχω μπόλικο από αυτό μέσα μου". "Γέλα λοιπόν. Τι περιμένεις;" "Φοβάμαι πως το γέλιο μου θα είναι ψεύτικο". "Υπάρχει λοιπόν και γέλιο που να μην είναι ψεύτικο;" "Σου έχει συμβεί ποτ

Κορνήλιος Καστοριάδης

" Αν ο Κρέων ήταν απλώς ένα τέρας, η Αντιγόνη δεν θα ήταν τραγωδία, αλλά έργο τρόμου και φρίκης. Η απόφασή του είναι πολιτική, βασίζεται σε εξαιρετικά στέρεους πολιτικούς λόγους. Αυτό που λέει ο Σοφοκλής στους Αθηναίους είναι ότι πολύ καλοί πολιτικοί λόγοι μπορούν να γίνουν πολύ κακοί αν είναι μόνο πολιτικοί, με τη στενή έννοια του όρου." " Σε ό,τι με αφορά, θα συγκέντρωνα ευχαρίστως αυτές τις τέσσερις λέξεις ( θάρρος, επαγρύπνηση, αιδώς ,αισχύνη ) κάτω από τον όρο υπευθυνότητα. Χωρίς υπεύθυνους πολίτες,όχι μόνο για τον εαυτό τους ως ιδιώτες , αλλά κυρίως ως αλληλέγγυα μέλη της πολιτικής τους κοινότητας, ο δημόσιος χώρος γίνεται τυπικός, χάνει την ουσία του και εγκαταλείπεται στη διαφήμιση, στη φενάκη και στην πορνογραφία- μιας και αυτό είναι το σημείο στο οποίο βρισκόμαστε σήμερα στις δυτικές κοινωνίες. Έχουμε ασφαλώς τη νόμιμη ασφάλεια της ελευθερίας έκφρασης. Αλλά σε τι χρησιμεύει πραγματικά αυτή η ελευθερία;" Κορνήλιος Καστοριάδης, Η ελληνική ιδιαιτερότητα
Εικόνα
Ειρήνη Παραδεισανού, "Θέλω να γράψω για τον πρόσφυγα"                    Θέλω να γράψω για τον πρόσφυγα                    που ανεβασμένος στην κορφή της τύψης μου                    με δείχνει με το δάχτυλο                    που του ’καψαν τα ηλεκτροφόρα σύρματα                    εκεί στην Ειδομένη.                    Θέλω να γράψω για τον πρόσφυγα                    που σπρώχνει τον αγκώνα μου να μην ενώσω τα χέρια με το σώμα.                    Σε στάση προσευχής ίσως με ήθελε                    να εκλιπαρώ τον Φοίβο.                    Ίσως με ήθελε να σέρνω τη ματιά μου στους τυφλούς                    να τους κουνώ τα χέρια                    να παίρνω τα πλαστικά μέλη τους στη θέση της καρδιάς                    στη θέση της καρδιάς να τα κολλήσω.                    Θέλω να γράψω για τον πρόσφυγα                    που έζησε όσα άνθρωπος αντέχει                    και στέκεται τώρα ασάλευτη εικόνα                  

προσοχή στα σημεία στίξης

« Η Κ. είναι φοβερή μαθήτρια.» « Δεν έχω την ίδια γνώμη.» « Μα έχεις δει την εικόνα του γραπτού της; Άψογα γράμματα, χωρισμός σε ενότητες και παραγράφους, κανένα ορθογραφικό λάθος.» « Μα η σκέψη της είναι επιφανειακή. Δεν εμβαθύνει.» « Η σκέψη της;» « Ναι . Η σκέψη της .» « Δεν καταλαβαίνω τι μου λες. Τις δικές μου σημειώσεις πάντως τις μαθαίνει στην εντέλεια και γράφει άριστα στα διαγωνίσματα. Έχεις δει πώς χρησιμοποιεί τα σημεία στίξης;» Την κοίταζα για ώρα. Αδυνατούσα να καταλάβω . Κι έπειτα θυμήθηκα τον καθηγητή που μου δίδασκε έκθεση . Μόνιμη επωδός σε κάθε έκθεσή μου η παρατήρηση. « Προσοχή στα σημεία στίξης !»

το λάθος

Νομίζω πως η μεγαλύτερη ζημιά όταν διδάσκεις λογοτεχνία γίνεται στην περίπτωση που νομίζεις ότι ξέρεις την απάντηση στην ερώτηση που έθεσες στα παιδιά. Στην περίπτωση δηλαδή που έχεις στο μυαλό σου μια μόνο αλήθεια, τη δική σου αλήθεια και κλείνεις τα μάτια στην αλήθεια που αυτά προσπαθούν να σου καταθέσουν. Και το χειρότερο ακόμη είναι όταν την "αλήθεια" αυτήν τη διάβασες σ' ένα βοήθημα, τη φωτοτύπησες και τους τη μοίρασες ,για να τη γράψουν στο διαγώνισμα. Σ΄ αυτήν την περίπτωση ,δεν είσαι πια δάσκαλος , είσαι απλός διεκπεραιωτής μιας υπόθεσης . Και η λογοτεχνία ξεψυχάει στα κόκκινα σημάδια που εσύ χαράσσεις στα νεανικά γραπτά.

Ποιητής : αυτός ο ξένος

Εικόνα
Ο ξένος με το παράξενο όνομα “Χριστιανός” που πηγαίνει να τον φιλοξενήσει η οικογένεια του φίλου. “ Η μοίρα του ξένου σέρνεται από τον φίλο”. “ Όλοι τον χρησιμοποιούν μ΄εκείνο το τυραννισμένο πάθος που είναι προορισμένο για ειδικούς ανθρώπους κι ο ξένος με μια απελπισμένη καρτερία έγινε ο άνθρωπος κι ο τρομαχτικός εαυτός του καθενός.” “ Ζουν απ ' αυτόν”. Ο ξένος θα μπορούσε να είναι ο ποιητής με το βλέμμα του να καρφώνεται αμείλικτο στην όψη των ανθρώπων που στοιβάζονται γύρω του. Ο ποιητής που κουβαλά από παιδί την προίκα της ενόρασης ως μια βαθιά αναπηρία, ένα κεντρί που τον καρφώνει με τις ασθματικές ανάσες όλων των ανθρώπων που συναντά στο διάβα του. Το δέρμα του ποιητή είναι διάφανο . Ο πόνος τον τρώει λίγο λίγο μέχρι που τον αφήνει δίχως σάρκα. Όλη του τη σάρκα τη βάζει στους στίχους του και την προσφέρει βορά στα αχόρταγα νύχια των ανθρώπων. Και πώς θα ζήσει δίχως σάρκα; “ Τι ποταποί θα είστε αν δεν παραδέχεστε πόσο βαθειά με τι ελικρίνεια σα

βλέμμα

Υπάρχουν άνθρωποι που αχόρταγα κοιτούν στης αγωνίας τον γκρεμό κι άλλοι που στέκουν ήσυχοι με τα χέρια διπλωμένα στην ποδιά με μια καρτερία που μοιάζει θάνατος. Για κάποιον περίεργο λόγο, οι πρώτοι έχουν μάτια βαθιά. Καρφώνουν το βλέμμα τους μέσα στην πλανόδια γύμνια των ανθρώπων και προσμένουν. Οι δεύτεροι αποφεύγουν να κοιτάξουν ευθεία. Μονάχα πλάγια. Και τα μάτια τους είναι απλανή ,επίπεδα. Το βλέμμα σου γλιστρά πάνω στην επιφάνεια του δικού τους και χάνεται.

17 Νοέμβρη 2015

Να ψάχνεις μια κουβέντα, για να αποστομώσεις τους κάθε λογής ηθικολόγους που η σκέψη τους ζέχνει αμοραλισμό, τους κάθε λογής κάλπηδες που έχουν πουλήσει την ψυχή τους στο διάβολο και τώρα με ύφος αγορεύουν και μολεύουν τη μέρα και να μην σου' ρχεται τίποτα Να νιώθεις μόνο μέσα σου το ίδιο ρίγος που ένιωσες την πρώτη πρώτη φορά που διάβασες αυτήν την ιστορία για μια χούφτα παιδιών που προτάξαν την τρέλα της νιότης τους στον παραλογισμό της βίας και χαμογελούσαν κι είχαν στα μάτια τους σπίθες και ξέραν ποιος ήταν ο εχθρός και νιώθαν πόσο βαθιά είχανε μέσα τους νικήσει το φόβο και ξέραν ποιος ήταν ο εχθρός και χαμογελούσαν και ξέραν ποιος ήταν ο εχθρός και χαμογελούσαν και ξέραν ποιος ήταν ο εχθρός και χαμογελούσαν γιατί ξέραν ποιος ήταν ο εχθρός.

περί απαισιοδοξίας

Εικόνα
 11/04/2015 08:30:00 π.μ.   Στάθης Ιντζές Περί απαισιοδοξίας της Ειρήνης Παραδεισανού                                      Πεισιθανάτια εμμονή θα την πουν οι προφέσορες της  ποίησης                                      με το δάχτυλο το υψωμένο σε επίπληξη...                                 Θυμάμαι σε μια έκθεσή μου στο Δημοτικό, με ηδονή που τότε δεν ήξερα να της δώσω όνομα, έγραψα μια ιστορία για ένα πλοίο που ναυάγησε στο πέλαγος και όλοι οι επιβάτες πνίγηκαν. «Γράφεις όμορφα Ειρήνη. Μα μην είσαι τόσο απαισιόδοξη».  Η παρατήρηση της δασκάλας. Έμεινα με το παράπονο. Από τότε, τα χρόνια πέρασαν και αυτήν την παραίνεση την ακούω συχνά. Να σκέφτομαι θετικά, να βλέπω την όμορφη όψη των πραγμάτων, να σταματήσω επιτέλους να διαμαρτύρομαι. Να καθίσω στ' αβγά μου. Τα κλούβια αβγά που μου έβαλαν μπροστά μου από τότε που συνειδητοποίησα το βάρος της ύπαρξης και με έπεισαν πως αν φωνάξω θα σπάσουν. Κι αν σπάσουν, το φταίξιμο θα είναι δικό μου. Το φταί

για το μάθημα της λογοτεχνίας

Λογοτεχνία Γ' Λυκείου έχω διδάξει μία μονάχα φορά, πριν από τρία χρόνια. Το πρώτο στοίχημα ήταν να καταφέρω τα παιδιά να με κοιτάξουν. Κι εννοώ να προσηλώσουν το βλέμμα της ψυχής τους πάνω μου. Για δυο ώρες την εβδομάδα, να προσπαθήσουν να ξεχάσουν πως είναι άλογα σε κούρσα με το βλέμμα προσηλωμένο στο τέρμα. Το δεύτερο στοίχημα ήταν να τα πείσω να πάρουν αυτές τις δυο ώρες στα σοβαρά. Όποιος έχει διδάξει μάθημα γενικής παιδείας στην Τρίτη Λυκείου, γνωρίζει πως αυτό είναι και το μεγαλύτερο εμπόδιο. Αυτό το βλέμμα στα μάτια των παιδιών που σου πετάει κατάμουτρα. “ Είμαι εδώ μονάχα για να μην πάρω απουσία. Το μυαλό μου όμως και η ψυχή μου είναι αλλού. Είναι στο διαγώνισμα που γράφω το απόγευμα, στις ασκήσεις των μαθηματικών που δεν πρόλαβα να λύσω, στον χρόνο που περνάει κι εγώ την ύλη δεν την έχω βγάλει. Στον στόχο, στον αναθεματισμένο στόχο .” Μόνο μου όπλο σ' αυτήν την άνιση μάχη ήταν η αγάπη. Ο έρωτας για τη γλώσσα της λογοτεχνίας , γι' αυτά τα κείμενα που θάψα

...

Ένα λιγνό παιδάκι πρώτης Γυμνασίου με μάτια έξυπνα μα σαν χαμένο. Διαβάζω τα ονόματα την πρώτη μέρα και πετάγεται. " Κυρία ,εμένα με λένε Αλέξανδρο!" Κοιτάζω την κατάσταση και βλέπω ένα αλβανικό επίθετο και δίπλα το όνομα Αλέξανδρος γραμμένο με το χέρι. Το αληθινό του όνομα στην κατάσταση άλλο. .. Σήμερα διδάσκω αρχαία ελληνικά στο τμήμα του. Ξέρει πως είμαι προσωρινά εκεί. Έχω πάρει απόσπαση σε άλλο σχολείο και από μέρα σε μέρα φεύγω. Με κοιτάει με μάτια αθώα . Και για μια ακόμη φορά πετάγεται. " Κυρία, μη φύγετε.." Την επόμενη ώρα διδάσκω στο Β4 λογοτεχνία. Μιλάμε για τα εγκλήματα του ναζισμού στην Ελλάδα. Τους μιλάω για την σκηνή από την ταινία " Η εκλογή της Σόφι". Εκεί που η μάνα είναι αναγκασμένη να επιλέξει ανάμεσα στα δυο παιδιά της στο στρατόπεδο συγκέντρωσης. Τα μάτια τους καρφωμένα πάνω μου. Αθώα μάτια. Τη βρωμιά της ζωής δεν την έχουν ακόμη γνωρίσει. Βλέπω τη σπίθα μέσα τους. Το Γυμνάσιο σε μια από τις πιο υποβαθμισμένες περιοχές του

ενοχικό καρφί

Πόσο εύκολο είναι να ζεις με το ενοχικό καρφί στο στέρνο ότι εσένα η καμπή της ιστορίας σε ευνόησε, σε αντίθεση με όλους αυτούς τους ανθρώπους που βλέπεις καθημερινά σε οθόνες να δέχονται τη βία του αστυνομικού ή τα ρατσιστικά σχόλια των αδαών ή τα κροκοδείλια δάκρυα των υπολοίπων , να γίνονται θέαμα , αντικείμενο καπηλείας από τους κάθε λογής επαγγελματίες φιλάνθρωπους της οθόνης, να σέρνονται τα μάτια των παιδιών τους ορθάνοιχτα πάνω σου, να προσπαθείς να τα προσπεράσεις μα να φυτεύονται μέσα σου και να μην μπορείς πια να κοιτάξεις τα μάτια του παιδιού σου δίχως συντριβή.
Εικόνα
Παραδεισανού Ειρήνη, Ρητορική ένδεια, Vakxikon .gr 2013,  γράφει ο Γιώργος Λίλλης Θα σας προσφέρω τη δίψα μου Θα τη στραγγίξω σε κανάτι διάφανο Και θα προσμένω τα χορτάτα λαρύγγια σας Να’  ρθουν να καμωθούν πως τα’ γγιξε η δίψα Θα σας προσφέρω τη λύπη μου Θα τη στερνιάσω σε χωμάτινο σινί Και θα προσμένω τα δάκρυα του πόνου σας Έτσι ως θα καμώνεστε τους πένητες Θα σας προσφέρω τους στίχους μου Εγώ ο μόνος Ο στερημένος από νότες ουρανού Εγώ που μ’ άγγιξε  η λάβα του κενού Μου τσουρούφλισε το νου Κι από τότε σέρνω τα βήματά μου και τρεκλίζω Σε τούτη τη γη που με διώχνει Παραθέτοντας το παραπάνω απόσπασμα από την πρώτη ποιητική συλλογή της Ειρήνης Παραδεισανού , θέλω να δείξω με τον πιο έμπρακτο τρόπο, δηλαδή αφήνοντας την ίδια την ποίηση να μιλήσει, πώς η ποιήτρια εισχωρεί στον χώρο των γραμμάτων  με τον πιο ελπιδοφόρο τρόπο. Διαβάζοντας την Ρητορική ένδεια, διέκρινα ένα πηγαίο ταλέντο, μια φωνή π

γιαγιά Σοφία

Χθες αποχαιρετήσαμε τη γιαγιά Σοφία. Ήταν η γιαγιά του συντρόφου μου στη ζωή. Μα ένιωθα ,στον τρόπο που με κοιτούσε, στον τρόπο που με αγκάλιαζε, στα λόγια της ,πως δε με ξεχώριζε από τα εγγόνια της, σαν να μοιραζόμασταν το ίδιο αίμα. Έζησε πάνω από εκατό χρόνια. Δεν ήξερε και η ίδια πόσα. Δεν έχει σημασία τώρα πια. Σημασία έχει πως ακτινοβολούσε ολόκληρη το πιο σπάνιο φως. Το φως της αγάπης. Μιας αγάπης όμως που έκρυβε μέσα της απίστευτη δύναμη. Το έβλεπες στον τρόπο που στεκόταν - λαμπάδα το κορμί της μέχρι το τέλος. Στον τρόπο που σε κοίταζε. Το βλέμμα της έμεινε καθαρό απ' όλη τη βρωμιά μιας ζωής που επέμενε να την ραπίζει . 'Εζησε στο πετσί της όλη τη σκληρότητα ιστορικών στιγμών που περνούν και παίρνουν στο διάβα τους τις ζωές των ανθρώπων, αδιαφορώντας για τον πόνο τους . Έζησε δυο πολέμους- ο ένας της στέρησε τον άντρα της - τη βασανιστική φτώχεια, τη στέρηση, την αδικία που τα θηλυκά ως αδύναμα μέρη υπέμεναν σε μια ασφυκτικά κλειστή κοινωνία ,όπω

σκασμός

Δεν έχω κανένα πολιτικό σχόλιο να κάνω. Δεν υπάρχει και λόγος εξάλλου. Οι μάσκες έπεσαν επιτέλους και όλα είναι διάφανα για όποιον έχει μάτια να δει. Το μόνο που θα πω είναι πως, για μια ακόμη φορά, αυτοί που θα είχαν κάθε δικαίωμα να μιλήσουν σωπαίνουν. Αυτοί που σωπαίνουν - όχι από δειλία αλλά από τη συναίσθηση του μάταιου - είναι οι δικοί μου ήρωες. Είναι αυτοί που με το χαμόγελο στα χείλη , με άδειο πορτοφόλι κι έναν φόβο να τους σφίγγει το στομάχι, πήγαν στις κάλπες εκείνη την Κυριακή - που τώρα φαντάζει τόσο μακρινή - και σταύρωσαν το ΟΧΙ. Νιώθοντας βαθιά μέσα τους για μια ακόμη φορά πως θα νικηθούν απ' τα θεριά. Και τώρα συνεχίζουν να χαμογελούν. Συνεχίζουν να μάχονται και να ελπίζουν. Σφίγγουν τα δόντια και παλεύουν για την επιβίωση . Σφίγγουν τα δόντια κι επιμένουν να είναι ακέραιοι και μόνοι σ΄έναν κόσμο ψευτιάς και αλητείας. Και δεν τρέφουν καμιά μνησικακία σε όλους τους χορτάτους που τους κουνάν το δάχτυλο. Δεν καταδέχονται να γκρινιάξουν, να μιζερ

το αυγό του φιδιού

" Η Χ.Α είναι το μόνο κόμμα που εξακολουθεί να εκφράζει το περήφανο όχι της εθνικής αντίστασης των Ελλήνων." Αυτά τα λόγια του Κασιδιάρη δεν είναι τυχαία. Απευθύνονται στο θυμικό όσων ανθρώπων βλέπουν τα πράγματα υπό τον παραμορφωτικό φακό του φανατισμού. Και νιώθω πως ο μεγαλύτερος κίνδυνος που απειλεί την Ελλάδα μα και ολόκληρη την Ευρώπη σήμερα είναι αυτός ακριβώς. Η άνοδος του φασισμού . Η Αριστερά είναι το μόνο αντίβαρο σ' αυτήν την απειλή. Το μόνο. Και μιλώ για την ιδεολογία της Αριστεράς. Αυτήν που χτυπήθηκε ανελέητα από μια ομάδα σκιάχτρων που κρατούν στα χέρια τους την τύχη των λαών της Ευρώπης. Και τους βλέπω και χαμογελούν και μιλούν για ενότητα και αλληλεγγύη , ενώ το μόνο που τους νοιάζει είναι να σώσουν το τομάρι τους. Είναι οι ίδιοι που μετά θα μιλούν με βδελυγμία για την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ελλάδα. Κι εγώ το μόνο που σκέφτομαι είναι ο Καρλ ο ήρωας του Χάινριχ Μπελ που μαστόρευε ένα ποδηλατάκι για το μικρό γιο του στις όχθες του Ρ

το πρόσωπο του θεριού

Το δικό μου όχι ήταν απόλυτα συνειδητό. Ήταν το όχι στην υποκρισία, τη διγλωσσία και τον ξύλινο λόγο της πολιτικής. Ήταν η απαίτηση να πέσουν οι μάσκες και να μιλήσει η αθώα παιδική ματιά. Ήταν μια κραυγή που ζητούσε επιτακτικά να ακουστεί. " Πολιτική είναι να ξερνάς." Έλεγε ο Χάινριχ Μπελ. Κι έρχεται μια χούφτα ανθρώπων που μιλούν μια γλώσσα ξένη στα τερτίπια των πολιτικών. Βάζουν στο στόμα τους λέξεις πεθαμένες από καιρό και μου ζητούν να τις αναστήσω με την ψήφο μου. Τη λέξη " δίκιο", τη λέξη " δημοκρατία" ,τη λέξη "ανθρωπιά". Έχω το δικαίωμα να κάνω τώρα πίσω από φόβο? Η απάντηση είναι μια. ΟΧΙ !! .. Αυτά έγραφα κάποιες μέρες πριν. Και σήμερα, μετά από ένα πραξικόπημα από τους θεσμούς που εξανάγκασαν τον Έλληνα πρωθυπουργό να ταπεινωθεί και να χάσει επιτέλους αυτό το χαμόγελο που τους εξόργιζε, τα ίδια ξαναλέω. Δεν αισθάνομαι παρά ένα μούδιασμα, μια αίσθηση ότι αυτό που ήθελα το πέτυχα. Η Ενωμένη Ευρώπη - που μό

Μονόλογος ενός πολίτη του καναπέ.

Είναι δυο τρεις βδομάδες που αρνούμαι να διαβάσω οτιδήποτε έχει σχέση με την πολιτική επικαιρότητα. Το κάνω από ένα ένστικτο αυτοσυντήρησης που μου ψιθυρίζει στο αυτί ότι θα τρελαθώ, αν συνεχίσω να παθιάζομαι . Και δεν μπορώ να συμμετάσχω σε ό,τι γίνεται γύρω μου χωρίς να βάλω λίγο από το υγρό που μέσα μου κοχλάζει. Γυρίζω στα δωμάτια του σπιτιού μου με τα χείλη κλειστά, μα μέσα μου ο μονόλογος συνεχίζεται. Και όσο περνούν τα χρόνια, γίνομαι και πιο ιδιόρρυθμη, λιγότερο ανεκτική - αν θέλετε - με τις ανθρώπινες κουτοπονηριές. Ίσως να αρχίζω να βλέπω επιτέλους πως όλα είναι ένα θέατρο, κι εγώ βαρέθηκα να βλέπω μάσκες γύρω μου.. Αποφεύγω να ανοίγω πολιτική συζήτηση με φίλους μου ,γιατί θλίβομαι και φοβάμαι μήπως τους μισήσω. Μήπως δω μια μέρα πως εγώ είμαι από την άλλη όχθη και εκείνοι δεν μπορούν να μου δώσουν το χέρι. Φοβάμαι πως τώρα πια - εδώ που φτάσαμε - τα πάντα είναι πολιτική. Λυπάμαι μονάχα για όσους νομίζουν πως ξέρουν την αλήθεια. Και με εξοργίζει η συγκατά

Αναζητώ συνενόχους

Τι αναζητώ στα βιβλία; Γιατί μου είναι τόσο απαραίτητο να χάνομαι στις λέξεις των άλλων; Παρηγοριά αναζητώ . Μέσα από τις λέξεις ανθρώπων που γράψαν αιώνες πριν - είναι παράξενο , μα οι περισσότεροι που με μαγεύουν με τα γραπτά τους είναι νεκροί - νιώθω πως μάχομαι ενάντια στη μοναξιά και στο αίσθημα του γελοίου, που με έκανε από παιδί να στέκω παράμερα . Και νιώθω τώρα - τότε δεν το καταλάβαινα- πως ψάχνω μέσα από τα βιβλία συνενόχους, ανθρώπους που μοιράζονται το βάρος που κουβαλώ μέσα μου από τότε που νιώθω τον εαυτό μου. ....... " Άλλωστε πώς να εκφράσω αυτό που συνδέει την τρομερή αγάπη της ζωής μ' εκείνη τη μυστική απελπισία;" Γράφει ο Αλμπέρ Καμύ στα εικοσι δύο του χρόνια , στο πρώτο του βιβλίο. Και η Άννα Αχμάτοβα Η ίδια εγώ ,από την πρώτη αρχή σαν όνειρο ή παραίσθηση ενός άλλου μου φαινόμουν, σαν αντανάκλαση σ' έναν καθρέφτη ξένο, δίχως όνομα, σάρκα ή αιτία. ..

. ..

Σκέφτομαι πόσο κάλπικος είναι ο άνθρωπος που φορά τη μάσκα του επαναστάτη ,τρέχει από διαδήλωση σε διαδήλωση, από διαμαρτυρία σε διαμαρτυρία και επαίρεται πως πασχίζει να αλλάξει τον κόσμο. Μα δεν ευκαιρεί να κοιτάξει στα μάτια το παιδί που έχει απέναντί του, να σφίξει το χέρι του ανθρώπου που δίπλα του σωπαίνει. Πόσο η ιδεολογία μπορεί να γίνει φυλακή. Και θυμάμαι τα λόγια του Φερνάντο Πεσσόα . " Αγαπώ είναι η αιώνια αθωότητα, και η μοναδική αθωότητα είναι δεν σκέφτομαι."

...

" Αισθάνομαι είναι είμαι αφηρημένος." Φερνάντο Πεσσόα Σκέφτομαι πόσο έχει συκοφαντηθεί στις μέρες μας η έννοια της αφηρημάδας. Αν δεν ήμουν μονίμως τόσο αφηρημένη, θα έγραφα ένα μανιφέστο για την υπεράσπιση των αργών ρυθμών, της δύναμης που κρύβει μέσα της η αδράνεια. Θα έλεγα πως η αρρώστια της εποχής μας είναι αυτό το κυνήγι του χρόνου που δε σε αφήνει να νιώσεις, να ξετυλίξεις τα πέπλα σου. Μα- είπαμε - είμαι εκ φύσεως νωθρή και αφηρημένη. Το μυαλό μου δε συντονίζεται εύκολα. Κι έτσι ,το μανιφέστο αναβάλλεται επ' αόριστον. Τουλάχιστον ,έχω αυτά τα ξεσπάσματα, αυτές τις στιγμές που οι λέξεις πιέζουν να γεννηθούν. Το χέρι μου παίρνει το μολύβι και άτακτα προσπαθεί να δώσει μορφή στο χάος που σαλεύει μέσα μου. Πάντα άτακτα. Ποτέ με τάξη. Απεχθάνομαι την τάξη και την πειθαρχία. Μη με πιστεύετε.Πάλι ψέματα λέω. Η μόνη αληθινή μου επανάσταση θα ήταν - έστω για μια φορά- να πω την αλήθεια. Μα για να την πω πρέπει να τη νιώσω. Κι εγώ το μόνο που νιώθω εί

η παιδική ανταρσία του ποιητή

Εικόνα
(Φωτογραφία: Κώστας Διαμαντής) Η παιδική ανταρσία του ποιητή Ο ποιητής είναι ένα παιδί εγκλωβισμένο στον κόσμο των μεγάλων. Οι περιστάσεις τον στενεύουν, τα λόγια των γύρω του τα νιώθει σκάγια. Το βλέμμα του αμείλικτο καρφώνεται στη γύμνια τους και τους τρομάζει. Στέκεται μετέωρος ανάμεσα σ’ αυτό που ζει και αυτό που νιώθει. Και το «νιώθει» δεν το λέω τυχαία. Οι αισθήσεις του, οι κεραίες με τις οποίες λαμβάνει τα σήματα γύρω του είναι τόσο οξυμένες, που κάθε μέρα σ’ αυτόν τον αντιφατικό κόσμο είναι ένα μαρτύριο. Μα το αποζητά αυτό το μαρτύριο. Αυτό θα γεννήσει το ποίημα. Και μέσα σ’ αυτό ο ποιητής θα ζήσει – έστω για λίγο – εκεί όπου νιώθει έστω ασφαλής από τα χνώτα των άλλων. Απ’ αυτήν την άποψη, όποιος στρέφεται στην ποίηση αναζητά παρηγοριά από όλα αυτά που τον έκαναν από παιδί να αισθάνεται μετέωρος και παρείσακτος. Φτιάχνει ένα δικό του παράλληλο σύμπαν όπου αισθάνεται ότι – επιτέλους – ανήκει. Και χαίρεται αληθινά όταν τον πλησιάζει ένας αναγνώστης

το λαχείο στη Βαβυλώνα

Τις τελευταίες μέρες διαβάζω και ξαναδιαβάζω «Το λαχείο στη Βαβυλώνα» από τις Μυθοπλασίες του Μπόρχες. Η Βαβυλώνα , η παντοδυναμία της Εταιρείας, οι κάτοικοι έγκλειστοι σε μια πραγματικότητα που κατευθύνεται από το Λαχείο. Και το λαχείο δεν είναι τίποτα άλλο παρά «μια παρεμβολή της τύχης στην τάξη του κόσμου.» Ο ίδιος ο Μπόρχες δηλώνει πως «Το λαχείο στη Βαβυλώνα» δεν είναι εντελώς απαλλαγμένο συμβολισμού. Δεν ξέρω γιατί αναζητώ παρηγοριά από την αγριότητα που με περιβάλλει σ’ αυτό ειδικά το κείμενο. Γιατί επιτρέπω στον αφηγητή αυτής της ιστορίας να με πάρει μαζί του, όταν ευθύς εξαρχής διακηρύσσει: « Έχω γνωρίσει αυτό που αγνοούν οι Έλληνες: την αβεβαιότητα.» Τι παρηγοριά μπορεί να βρίσκω σε μια ιστορία που αποδέχεται τη βία, την αδικία, τον απόλυτο παραλογισμό ως ένα απλό παιγνίδι της Τύχης. Ένα απλό παιγνίδι της τύχης.. Και ο λαός της Βαβυλώνας μετά από ταραχές και αιματοχυσίες « επέβαλε το θέλημά του, παρά την αντίσταση των πλουσίων και πέτυχε όλους του
Ζούμε το τέλος της αθωότητας . Σαν να μας τέλειωσαν τα παραμύθια που κάποτε θρέφανε τα παιδιά μας. Κουνάνε το κεφάλι κουρασμένα και μας χαιρετούν καθώς ξεμακραίνουν. Σ' ένα βαγόνι σκουριασμένο καθηλωμένοι, τους κοιτούμε να προσπερνούν, βαδίζοντας με νάζι. Στο μέτωπό τους η στάμπα της εποχής.

το τέρας του φασισμού

" Το 1984 του Όργουελ είναι εδώ και σου καρφώνει στο στήθος αυτό που σκόπιμα αποσιωπάται.. πως μας νίκησε το Τέρας του φασισμού ,γιατί αφεθήκαμε να αλλοτριωθούμε ευχάριστα, κυλιόμαστε στον ατομικό του βούρκο ο καθένας και θαρρούμε πως με τις οργής κουβέντες που σκαρώνουμε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με την παρουσία μας σε μια διαδήλωση , με τις άναρθρες κραυγές μας κάνουμε το χρέος μας ..μιλάμε - λέει- καταγγέλλουμε το Τέρας. Κραυγές είναι και τα δικά μου λόγια το ξέρω..ίσ α ίσα να εκτονώσω το θυμό μου. Σκέφτομαι κάποιες στιγμές πως και το διαδίκτυο ένας κάδος σκουπιδιών είναι όπου ανακυκλώνεται η οργή μας και μετατρέπεται σε ανοχή . " .. Μετά το Φαρμακονήσι γραμμένα τα παραπάνω. Και μετά τη Μανωλάδα και μετά την αυτοκτονία του μετανάστη στην Αμυγδαλέζα και μετά τις ατέλειωτες ουρές στα συσσίτια και μετά τον άδικο χαμό του παιδιού και τον ατέλειωτο κανιβαλισμό πάνω στα άψυχο σώμα του .. Δεν έχει τέλος η φρίκη του κόσμου και μεγεθυσμένη από τον φακό του

επική ειρωνεία

Νομίζω πως η κυρίαρχη λειτουργία της επικής ειρωνείας είναι να δείξει την ασυνέπεια των θεών και την πλάνη των θνητών που επιμένουν να τους εμπιστεύονται. Ραψωδία Δ   Ιλιάδας Αγαμέμνονας : « Ο πατέρας Δίας δε θα βοηθήσει τους ψεύτες. Όσοι πρωτοπάτησαν τους όρκους, αυτών τα τρυφερά κορμιά θα τα φαν οι γύπες.» Τι αγνοεί ο Αγαμέμνονας; Ότι ο ίδιος ο Δίας έστειλε την Αθηνά στη γη με την προτροπή: « Δοκίμασε πρώτοι οι Τρώες να   κάνουν αρχή να πατήσουν τους όρκους , χτυπώντας τους πολυδοξασμένους Αχαιούς». Τους όρκους που οι πλανημένοι θνητοί στη γη επικύρωναν με θυσίες λίγο πριν στο όνομα του ίδιου του Δία. .. Θα μου πείτε: Εδώ ο κόσμος καίγεται κι εσύ ασχολείσαι με τον Όμηρο.   Κι όμως. . Διαβάστε την Ιλιάδα με τα μάτια της ψυχής ανοιχτά και θα βρείτε πως είναι ένα από τα πιο συνταρακτικά κείμενα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Αυτό βέβαια , για όσους δέχονται πως   διαβάζουμε λογοτεχνία για να νιώσουμε   το μέσα μας βουητό, αυτό που μας κάνει ανθρώπους, αυτό που μας ξεχ